Κυριακή 2 Μαρτίου 2008

Η δική μου Άνοιξη.

Περνάω κάθε μέρα από εδώ. Καταπολεμώ την ρουτίνα με ομοιοπαθητική. Στο καθημερινό πρόγραμμα, πρόσθεσα αυτήν την απόδραση από τις πνιγηρές αίθουσες, στην άπλα των αθλητικών εγκαταστάσεων του πανεπιστημίου. Στο πίσω μέρος της σχολής μια πόρτα εξίσου μεγάλη με την κεντρική οδηγεί στη βεράντα. Από εκεί ατενίζει ο χώρος σμιλεύματος του πνεύματος αυτόν του σώματος.

Είκοσι σκαλοπάτια επιτρέπουν τα πόδια μου να περάσουν από τις σκληρές μαρμάρινες πλάκες στο μαλακό κοκκινόχωμα του στίβου. Έκανα τα πρώτα βήματα και κοντοστάθηκα, για να περάσουν από μπροστά μου δυο αθλήτριες με πολύχρωμες περιβολές, σε αντίθεση με το δικό μου βαρύ, μαύρο ντύσιμο. Η μια κρατάει για λίγο το γαλανό βλέμμα της πάνω μου. Περνώντας αφήνει το άρωμα της που προσπαθεί, με την ένταση του, να αντέξει στην υγρασία του κορμιού. Σύντομα εξανεμίζεται μέσα στο ξεροβόρι που παγώνει τους πόρους του δέρματος και αφήνει την πάχνη κρυστάλλινη στα ακρόφυλλα. Οι προστακτικές φωνές και τα ιδρωμένα αγκομαχητά ακούγονται σαν από μίλια μακριά και αδυνατούν να καταστρέψουν αυτή τη στιγμή της ηρεμίας μου.

Μέσα στο επόμενο ρεύμα αέρα, φτάνει στα ρουθούνια μου, οσμή φρεσκοκομμένου χόρτου. Είναι μερικές μυρωδιές που κουβαλάνε μαζί τους τόσες εικόνες. Ένα άρμα φορτωμένο με παιδικές αναμνήσεις, που αυτή τη στιγμή με προσπέρασε γρήγορα.
Η επιτάχυνση μαζί με αυτήν του αίματος προέρχεται από μια βιαστική ανησυχία. «Κούρεψαν το γκαζόν» σκέφτηκα και έτρεξα προς εκείνο το μέρος.

Το είδα εκεί νωρίς το πρωί ανάμεσα στο γρασίδι. Το μοναδικό λουλούδι, κατακίτρινο, μέσα στο βαθύ πράσινο του γηπέδου. Τα πέταλα του φαινόταν τόσο εύθραυστα που νόμιζες θα σπάσουν με ένα άγγιγμα. Ένα λεπτό ευαίσθητο άρωμα προσπαθούσε να ανέβει στον ουρανό, αλλά πνιγόταν μέσα στο νέφος και τους κόκκους σκόνης που παρασυρόμενοι προσπαθούσαν να γνωρίσουν νέους τόπους.
Δεν το άγγιξα. Το άφησα να δώσει τη μάχη του. Το χρώμα του κόντρα στο γκρίζο του χειμώνα. Η θέρμη του κόντρα στο κρύο του χειμώνα.

Τώρα πάλι στο ίδιο σημείο, τίποτα. Δεν είναι εδώ. Βλέπω προσεκτικότερα. Μερικά από τα κίτρινα πέταλα τσακισμένα κάτω από την υπόλοιπη βλάστηση. Τα λεπτά φύλλα ολόγυρα σαν σε βουβό μοιρολόγι σκύβουν πάνω του. «Αυτή είναι η ζωή», είπα μέσα μου και θυμήθηκα ένα γνωστό στίχο λαϊκού τραγουδιού. «Όλα είναι ένα ψέμα, μια ανάσα, μια πνοή. Σαν λουλούδι κάποιο χέρι, θα μας κόψει μιαν αυγή.»

Πάνω σε αυτόν τον πλανήτη, αυτή είναι η μοίρα όσον είχαν την ατυχία να γεννηθούν διαφορετικοί. Βάψου με τα χρώματα τους. Άλλαξε τη φύση σου, την ζωή σου, την ύπαρξή σου, για να μην τους προκαλείς. Αλλιώς θα σε τσακίσει το αφιλόξενο περιβάλλον τους. Μένω για λίγο άφωνος. Ενός λεπτού σιγή για όλα τα τσακισμένα λουλούδια, που στο μικρό διάστημα που κατάφεραν να επιβιώσουν, περιμένοντας την δική τους Άνοιξη, άλλαξαν την πορεία του κόσμου τούτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: