Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

“This is dangerous. Open up your head feel the shell-shock” (Μπόινγκ!!!) Mindfields


Το παρακάτω κείμενο μπορεί να θεωρηθεί ως το χρονικό ενός αποτυχημένου “live” (και τα εισαγωγικά στη λέξη live δεν είναι τυχαία – θα εξηγήσω παρακάτω). Αποτυχημένου σαφώς όχι από πλευράς προσέλευσης κόσμου, γιατί χθες η Θεσσαλονίκη κατάφερε και γέμισε το «παλατάκι» του ΠΑΟΚ.

Για να μην παρεξηγηθώ δηλώνω από την αρχή ότι οι PRODIGY είναι από τα αγαπημένα μου συγκροτήματα (αν μπορώ να χρησιμοποιήσω τον όρο συγκρότημα, για αυτό το τρίο με τον ένα συνθέτη και τους 2 χορευτές-τραγουδιστές). Τους «παρακολουθώ» από τα τέλη του 1994. Δηλαδή από την εποχή του 2ου δίσκου “music for the jilted generation”. Δηλαδή τότε που άφηναν τα στενά όρια της dance μουσικής και με λογική crossover, άρχισαν να πειραματίζονται με άλλα είδη δημιουργώντας έναν εντελώς μοναδικό ήχο. Δυστυχώς λόγω πρώιμης στρατιωτικής θητείας δεν κατάφερα να τους δω τον Μάιο του 1995 όταν ήρθαν για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη (για συναυλία αλλά και τα γυρίσματα του video clip “No good” σε μια αποθήκη του Λιμένα Θεσσαλονίκης). Άρα το μοναδικό μέτρο σύγκρισης που έχω είναι η εμφάνιση τους στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1999 στο Rockwave festival. Και το μοναδικό μέτρο κρίσης είναι η προσωπική μου αισθητική και η απαίτηση μου όταν πληρώνω για να δω κάτι, αυτό να αξίζει (έστω και αν αυτό κοστίζει 40ευρώ – που μπορεί να θεωρηθεί λογική τιμή σε σχέση με άλλα που ανεχόμαστε από τους βρικόλακες-διοργανωτές συναυλιών στην Ελλάδα).

Το απόγευμα του Σάββατου 18/9/2010 ξεκίνησε καλά. Έφτασα στο χώρο στις 18:45. Αν και κάπως καθυστερημένος, πρόλαβα μια καλή θέση, στην ουρά για την Αρένα. Οι πόρτες άνοιξαν στην ώρα τους (19:30) και εγώ βρέθηκα στη δεύτερη σειρά μπροστά στη μπάρα, και περίπου 3 μέτρα αριστερότερα του κέντρου (θέση που κράτησα και μέχρι το τέλος του show). Όλα πήγαιναν καλά μέχρι και την καθυστερημένη έξοδο των PRODIGY στις 22:13. Δεν με πτόησαν ούτε οι ψευτοτσαμπουκάδες μερικών, αλλά ούτε και τα 5 μαυροτσίγαρα που αναγκαστικά κάπνισα, μια και στη Θεσσαλονίκη μάλλον θεωρείται μαγκιά να μαστουρώνεις απροκάλυπτα οπουδήποτε αδιαφορώντας για τους γύρω σου. Εγώ είχα πάει για να περάσω καλά και αυτό είχα διάθεση να κάνω.

Όμως από κει και πέρα άρχισαν να πραγματικά προβλήματα:

Ξεκίνησαν με το «World’s on fire», μετά το «breathe» και συνέχισαν με το «omen», αλλά εμένα από την αρχή κάτι δεν μου πήγαινε καλά. Ο ήχος ήταν ελεεινός. Σαν να είχες αφαιρέσει από τα κομμάτια όλα τα μελωδικά πλήκτρα και να έμειναν μόνο τα μπάσα και 2 γαιδουροφωνάρες να «ουρλιάζουν» μπροστά-μπροστά. Συνέχισαν απτόητοι με τα ίδια χάλια… «poison», «firestarter», «warrior’s dance», «take me to the hospital», «thunder», «voodoo people», «invaders must die» κλπ. (την ακριβή σειρά δεν τη θυμάμαι). Αυτό ήταν. Από την αριστερή εναέρια στήλη ηχείων δεν έβγαιναν καθόλου πρίμα (για τη δεξιά πλευρά δεν ξέρω). Αυτή η έλλειψη σε συνδυασμό με τα τουλάχιστον 10 τεράστια subwoofer, κατά μήκος μπροστά στη σκηνή, δημιουργούσαν ένα καταστροφικό αποτέλεσμα. Ο ηχολήπτης ξύπνησε αργά. Στις τελευταίες λούπες του «smack my bitch up» τα πρίμα ήρθαν στο ύψος που έπρεπε να είναι από την αρχή. Μόνο που με το συγκεκριμένο τραγούδι έκλεινε μια ώρα από την έναρξη και ήταν η ώρα που το group μπήκε μέσα για να βγει μετά από λίγο για τα τελευταία κομμάτια, που έστω αυτά τα ακούσαμε όπως έπρεπε («no good»,» their law», «out of space» και κάνα-δυό ακόμα). Η συναυλία έληξε ακριβώς στις 23:40 (χωρίς άλλο encore).

Έτσι λοιπόν –λόγω στραβού ήχου- άρχισα να προσέχω και τα υπόλοιπα στραβά:

- Καταρχήν ο χρόνος της συναυλίας. Ούτε καν μια-μησι ώρα (μαζί με τα κενά και τα μπλα-μπλα ανάμεσα στα τραγούδια). Θα μου πεις υπάρχουν και οι Placebo που έπαιξαν 45 λεπτά την προηγούμενη βδομάδα. Από πότε μίκρυναν τόσο τα sets? Πρέπει δηλαδή να το θεωρούμε δεδομένο πλέον ότι μια νορμάλ συναυλία διαρκεί μια ώρα και κάτι ψηλά? Τόσο πολύ βαριούνται τα live μερικοί καλλιτέχνες?

- Όσο περίμενα παρατηρούσα το στήσιμο της σκηνής. Περίπου 70 strobo-lights παραταγμένα σε τρέσες μπροστά, πίσω και στο μέσο, πάνω από τη σκηνή. Δεν έχω ξαναδεί μαζεμένα τόσα πολλά, αλλά συνάμα και τόσο κακά χρησιμοποιημένα. Με εναλλαγές χρωμάτων και σχημάτων θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ένα μαγευτικό θέαμα, αλλά το light-programming περιόρισε τα περισσότερα από αυτά, σε ρόλο απλών προβολέων.

- Το ήξερα ότι οι Prodigy δεν είναι και το πιο «βαθύ» από τα ακούσματά μου. Αλλά παρόλα αυτά, πίστευα ότι αυτή η λιτότητα, με στίχους «slogan», γινόταν από μινιμαλιστική άποψη και όχι επειδή δεν είχαν τίποτα περισσότερο να πουν. Ε! λοιπόν χθες έκαναν τεράστια προσπάθεια να μου το επιβεβαιώσουν το αντίθετο. Οι μόνες φράσεις που ακούστηκαν ανάμεσα στα τραγούδια (κυρίως από τον Maxim) ήταν «My Prodigy people», «My warriors», «My Greek people» και 1-2 ακόμα πιο ανούσια. Τίποτα που να σημάνει κάτι. Τίποτα που να έχει κάποια αξία ώστε να το θυμάσαι.

- Οι Prodigy παίζουν ένα μίγμα μουσικής πολύ έντονο και πολύ ενεργητικό. Πριν 10 χρόνια οι χορευτές-τραγουδιστες Keith Flint & Maxim το υποστήριζαν όπως έπρεπε, γιατί ήταν αεικίνητοι! Όπως φάνηκε όσο περνάει ο καιρός τόσο πιο δυσκίνητοι γίνονται. Και πραγματικά διερωτώμαι , τα επόμενα χρόνια, πως θα στηριχτεί συναυλιακά το show τους όταν οι δυο τους θα έχουν μετατραπεί σε «σκέτοι» τραγουδιστές και - εμφανώς - δεν είναι οι χαρισματικοί frontmen που χρειάζονται για αυτή τη δουλειά και για το μέγεθος του ονόματος τους.

- Από παλιά είχα μια αλλεργία στα live που δεν είναι και τόσο «ζωντανά». Και μόνο η λέξη playback αρκεί για να μου ανεβάσει την πίεση. Το έχω συνδέσει και με την εγχώρια pop σκυλοκουλτούρα που αποσκοπεί στο μέγιστο κέρδος με τα λιγότερα έξοδα (γιατί να πληρώνεις μεροκάματα για μουσικούς και ηχητικά? Ένα cd-player και μια τραγουδιάρα αρκούν). Θα με ρωτήσει κάποιος. «Γιατί το λες αυτό? Είδες κάποιον χθες να παίζει playback?». Δε λέω αυτό. Άλλωστε βάζω στα θετικά της χθεσινής εμφάνισης ότι όλα τα κομμάτια ήταν σαφώς αλλαγμένα από πλευράς ενορχήστρωσης. Δηλαδή δεν ακούσαμε μια DJ-επιλογή από κομμάτια των Prodigy όπως είναι στα cds. Αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι αρκετά από τα σαμπλαρισμένα φωνητικά παρέμειναν έτσι και δεν τραγουδήθηκαν – έστω και αλλαγμένα – ζωντανά. Όμως πιο άσχημο ήταν ότι στη σκηνή υπήρχε ένας κιθαρίστας ο οποίος δεν έπαιζε σχεδόν τίποτα. Σε κομμάτια όπως το «Their law» και «Voodoo people» τα βασικά κιθαριστικά riffs παιζόταν έτοιμα από τα μηχανήματα του Liam Howlett ενώ θα έπρεπε σε μια τίμια live ενορχήστρωση όλα αυτά να παιχτούν ζωντανά από τον κιθαρίστα. Ίσως γι’ αυτό να χρειαζόταν και όλος αυτός ο καπνός – για να μην φαίνεται ότι ο ρόλος του ήταν διακοσμητικός. Περίπου το ίδιο χρήσιμος ήταν και ο ντράμερ που συνυπήρχε πάνω στη σκηνή – μόνο που αυτός δεν μπορούσε το ίδιο εύκολα να προσποιηθεί ότι παίζει (άτιμο όργανο τα drums). Δυο μουσικοί δηλαδή που ήταν το άλλοθι ώστε να μη φαίνεται ότι όλη η μουσική βγαίνει προ-ηχογραφημένη από το μαγικό κουτί του Liam. Το 1999 που τους είχα δει, μου είχε κάνει εντύπωση και ακόμα τον θυμάμαι, ένας ξανθός τύπος ο οποίος άλλαζε όργανα (κιθάρα, μπάσο, ντραμς) ανάλογα με τις ανάγκες του κομματιού. Και πραγματικά «έβγαζε δουλειά» (Πρέπει να λεγόταν Kieron Pepper).

Προς επιβεβαίωση των πιο πάνω, στο τέλος της συναυλίας ο Liam, πέταξε ένα laptop (στο κάτω-κατω αυτός είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής). Ενώ μια μπαγκέτα που πέταξε ο ντράμερ, ερχόταν κατά πάνω μου και είναι γνωστό ότι λόγω ύψους πιθανώς θα την είχα σήμερα στο σπίτι μου, αλλά δεν έκανα καν τον κόπο να απλώσω το χέρι για να τη διεκδικήσω. Ενθύμια από μουσικούς «μαϊμούδες» δεν θέλω.

- Και κάτι για τελείωμα. Οι καιροί που η Ελλάδα ήταν χωριό πέρασαν. Πλέον έχουμε ακούσει, έχουμε δει και ξέρουμε. Όσοι έρχονται εδώ να ξέρουν ότι δεν είμαστε ινδιάνοι. Δεν εντυπωσιαζόμαστε με καθρεφτάκια. Να σταθούν στο ύψος τους – από όλες τις απόψεις - αλλιώς θα φάνε φούμο. Μαύρο δαγκωτό!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια: